τερπένια

τερπένια
Υδρογονάνθρακες, που αντιστοιχούν στον γενικό τύπο (C5H8)n, όπου το n είναι δυνατόν να πάρει τις τιμές 2, 3, 4, ... Μπορούν, επίσης να θεωρηθούν ως πολυμερή του ισοπρενίου ή να περιέχουν στο μoριό τους μια αλδεϋδική, αλκοολική ή κετονική ομάδα. Με βάση την τιμή του n, έχουμε μονοτερπένια (n = 2), ημιτερπένια (n = 3), διτερπένια (n = 4) και πολυτερπένια για υψηλότερες τιμές. Τα τ. είναι άφθονα στο φυτικό και ζωικό βασίλειο, βρίσκονται στα άνθη, στις ρητίνες των φυτών, στα ξύλα των νεαρών δέντρων, στα όργανα και στις εκκρίσεις των ανώτερων ζώων. Χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική, στην αρωματοποιία και στην παρασκευή συγκολλητικών ουσιών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • τερπενικός — ή, ό, Ν χημ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα τερπένια 2. φρ. α) «τερπενική σειρά» χημ. η σειρά τών οργανικών ενώσεων την οποία συγκροτούν τα τερπένια και τα παράγωγά τους β) «τερπενική ρητίνη» χημ. συνοπτική ονομασία συνθετικών ρητινών που… …   Dictionary of Greek

  • αιθέριος — Αυτός που ανήκει ή μοιάζει στον αιθέρα, λεπτός, διαφανής, αέριος, άυλος, αγγελικός (π.χ. α. πλάσμα). Αυτός που βρίσκεται ψηλά, στον αέρα (π.χ. α. ύψη). α. έλαια. Σύνθετες οργανικές ενώσεις που σχηματίζονται σε διάφορα φυτικά μέρη (άνθη, φύλλα,… …   Dictionary of Greek

  • τερπένιο — το, Ν συν. στον πληθ. τα τερπένια χημ. συνοπτική ονομασία υδρογονανθράκων οι οποίοι είναι ευρύτατα διαδεδομένοι τόσο στα φυτά όσο και στα ζώα και οι οποίοι, μαζί με τα παράγωγά τους, ανήκουν στην ευρύτερη κατηγορία τών ισοπρενοειδών. [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”